ΤΑΒΕΡΝΑ «Ο ΒΑΚΧΟΣ»

Ο «Αλέκος» καταδίκασε και την ταβέρνα «Βάκχος». Πρόσταξε να ριχθή «οπωσδήποτε» βόμβα και σ' αυτήν. Επιστάτησε μάλιστα και ο ίδιος προσωπικά.

Ιδού πώς τα λέγει στην απολογία του ο Τομεάρχης Κατραούζος πρώην μόνιμος Υπαξιωματικός του στρατού.

«Την Κυριακή του Θωμά ήλθε ο «Αλέκος», ο Γραμματέας του Μακεδονικού Γραφείου σπίτι μου και μου είπε να πάω εκείνο το βράδυ στην ταβέρνα «Βάκχος» και να πετάξω μια χειροβομβίδα. Πράγματι συνάντησα τον Κατσαμάνη και το Λιλή και περί ώραν 8 συνάντησα τον «Αλέκο» ο όποιος με περίμενε εκεί σ' ένα αυτοκίνητο. Μου επανέλαβε εκεί ότι έπρεπε οπωσδήποτε να ρίξω την χειροβομβίδα το ίδιο βράδυ στο κέντρον «Βάκχος». Τότε εγώ διέταξα τους Κατσαμάνην και Λιλήν και έφεραν την χειροβομβίδα. Σε λίγο έφεραν και ένα πιστόλι. Το άλλο ήταν χωρίς φυσίγγια. Πράγματι πήγαμε με τους Κατσαμάνην και Λιλήν στο κέντρον άλλα δε ρίξαμε την χειροβομβίδα διότι εντός αυτού ήσαν γυναίκες και παιδιά οικογενειακών φτωχών ανθρώπων του λαού. Ο «Αλέκος» ή Γουσόπουλος επέμενε όμως να ρίξομε την χειροβομβίδα «για να σπάση ο πάγος»

Εμείς τότε είπαμε ότι έπαθε βλάβη η χειροβομβίς και έπρεπε να σταλή ειδικός πυροτεχνουργός διά να την επισκευάση. Έτσι αποφύγαμε την αχαρακτήριστο αυτή πράξη».

Τα λόγια του Κατραούζου επιβεβαίωναν στις καταθέσεις των και οι Κατσαμάνης και Λιλής.

Το Πάσχα του 1947 είχε γίνη αληθινή «εβδομάς παθών» για τα κέντρα της Θεσσαλονίκης. Έπειτα απ' το καφενείο Μπόνου έπρεπε και η ταβέρνα «Βάκχος» να διαφωτισθή με την λάμαν των βομβών.

Τα «παιδιά»  ευτυχώς  φάνηκαν ανθρωπινότερα απ' τον Γενικό Αρχηγό.

«Ο Γραμματέας του Μακεδονικού Γραφείου» και ανώτατος «άρχων πάσης Μακεδονίας και Θράκης» πρόσταξε να ριχθή η χειροβομβίδα στην λαϊκή Ταβέρνα για να σπάση ο πάγος, να βαπτισθούν δηλ. στο έγκλημα και το αίμα τα όργανά του.

Καρφί δεν του κάηκε για την θυσία φτωχών ανθρώπων του λαού και μάλιστα γυναικόπαιδων και ακόμα ολιγότερο, για την εντύπωση της κοινής γνώμης. Και ήταν δική του ολότελα πρωτοβουλία!

Ο Παύλος Κατραούζος όταν τον πρωτοέφεραν στην Ασφάλεια φώναζε και έσκουζε με τον αέρα του πρώην μονίμου  Υπαξιωματικού :

—Δεν φτάνει πού με πετάξατε απ' τον στρατό στους δρόμους σαν σκυλί μου κόβετε και το ψωμί. Δούλευα σε μια αλωνιστική μηχανή, μόλις άρχισα και με φέρνετε εδώ. Τι θα γίνει σε παρακαλώ η γυναίκα μου;

Τι θα φάγει;

—Έλα καημένε του είπε ο κ. Μουσχουντής, κάνεις σαν την Ραχήλ κλαίουσαν τα τέκνα της. Ο Κατραούζος άλλαξε ευθύς χρώμα και άνοιξε καταπληκτικά τα μάτια.

—Την είχαμε και την Ραχήλ «στόχο» είναι αλήθεια. Τα ξέρετε όλα...

Η Ραχήλ ήταν μια αφελής και ενθουσιώδης νοσοκόμα, προϊσταμένη σε κάποιο νοσοκομείο. Την είχαν προγράψει και αυτήν, ο Θεός ξέρει για ποιο λόγο. Η Ασφάλεια έως τότε δεν ήξερε την σημαντική αυτήν λεπτομέρειαν.

 

Βόμβες κατά Αεροπόρων                                                              Αρχική Σελίδα

Free Web Hosting