Ποιος, όμως, ήτο ο Δημητριάδης με το υπεύθυνο «πόστο» του προϊσταμένου της Κεντρικής γιάφκας του Κόμματος;
Εδώ πρέπει να αναφέρομε ολίγα δια την μυθιστορηματική ζωή του και τις εθνικές υπηρεσίας πού προσέφερε.
Το όνομά του ήτο Δημήτρης Κουτσογιάννης του Νικολάου και της Αρτεμησίας. Είχε γεννηθεί το 1898 στην Τραπεζούντα του Πόντου. Ό πατέρας του ασχολείτο με το εμπόριο και ήτο ευκατάστατος. Το έτος 1914, λόγω των τουρκικών διωγμών, εγκατεστάθη μετά της οικογένειας του εις Καύκασο, όπου συνέχισε την εμπορική του δράση, με αποτέλεσμα να κερδίσει πολλά χρήματα. Ήλθε όμως, η επανάσταση του Λένιν, το 1917, και κατάστρεψε ολόκληρη την περιουσία του. Επί πλέον, ο αγαπημένος υιός του Δημήτρης, παρεσύρθη, όπως και πολλοί άλλοι νέοι, εις τις κομμουνιστικές ιδέες, παρά την αστική καταγωγή του και την οικονομική ευμάρεια. Ο γέρο -Κουτσογιάννης δεν ηδυνήθη να ανθέξει εις τα σκληρά αυτά πλήγματα και απεβίωσε το 1918, πικραμένος και εξουθενωμένος. Ο Δημήτρης, φανατικός ιδεολόγος, είχε καταταγεί εις τον Ερυθρό Στρατό και εμάχετο κατά των Λευκών Ρώσων. Προήχθη, μάλιστα, επ' ανδραγαθία, εις τον βαθμό του λοχία. Παρέμεινε εις τον ερυθρό Στρατό επί εξαετία, ήτοι μέχρι το έτος 1924. Όμως, εις τα εξ αυτά έτη, μία τεραστία μεταστροφή εγένετο εις την ψυχή του. Διαπίστωσε, συντόμως, ότι, αντί της δικαίας και ευτυχισμένης κοινωνίας που ονειρεύετο, η σκληρά πραγματικότης εδημιούργει ακριβώς το αντίθετο.
Πτωχεία, πείνα, αδικία, βία, λεηλασία, εκβιασμοί, ανηθικότης ήσαν τα χαρακτηριστικά της, ενώ ο πτωχός εργάτης και αγρότης, εγένετο πτωχότερος και δυστυχέστερος. Τότε, έλαβε την απόφαση να φύγει, από την κόλαση αυτήν. Προς τούτο, προσεποιήθη, ότι ήτο διατεθειμένος να εργασθεί δια το Κόμμα στην «καταπιεζόμενη από την κεφαλαιοκρατία Ελλάδα». Το ΚΚΣΕ εδέχθη την πρόταση και τον αποστέλλει, με πλαστά χαρτιά, ως δήθεν, πρόσφυγα, μαζί με τους πραγματικούς εκ Ρωσίας πρόσφυγες. Συγχρόνως, ειδοποιήθη το εδώ πρακτορείο του ΚΚΣΕ, δηλαδή, το ΚΚΕ, ότι ο παρουσιαζόμενος εις αυτό Κουτσογιάννης ήτο έμπιστος και ηδύνατο να χρησιμοποιηθεί. Όταν έφθασε εδώ, ως στόχο του έθεσε τον Παράνομο Μηχανισμό, γι’ αυτό ζήτησε να μάθει την τέχνη του Τυπογράφου. Πράγματι, τοποθετείται εις τα τυπογραφεία του «Ριζοσπάστη» και γίνεται μέλος του ΚΚΕ.
|
Κ. ΛΑΜΠΡΙΝΟΠΟΥΛΟΣ Άστυνόμος της Γεν. Ασφάλειας Αθηνών. Εισχώρησε εις τα ανώτατα κλιμάκια του Κ.Κ.Ε. και με δική του ηγεσία διηύθυνε επί μακρόν το Κόμμα, έχων αλληλογραφία και με την Κομμουνιστική Διεθνή! |
Η, μετά την σκληρή προσγείωση του εις την πραγματικότητα, αφυπνισθείσα εθνική συνείδηση του, τον οδήγησε, όπως έλθει εις επαφή με τις Αρχές Ασφαλείας της πατρίδος του. Πράγματι, επιτυγχάνει και έρχεται αθορύβως εις επαφή με την υποτυπώδη υπηρεσία διώξεως του κομμουνισμού (τότε μοίραρχος Αργ. Φοντάνας), που κράτησε μέχρι το έτος 1927, προσφέροντας αρκετά συμφώνως προς τα τότε δεδομένα και τις περιορισμένες δυνατότητας της Υπηρεσίας. Το έτος 1928 η επαφή πραγματοποιείται πλέον με την Γεν. Ασφάλεια Αθηνών (υπαστυνόμο Κώστα Λαμπρινόπουλο). Δια τον αξιωματικό αυτό, ο ίδιος ο Ζαχαριάδης γράφει, ότι είχε κατορθώσει να ρυθμίζει τις φάσεις του εσωτερικού διχασμού του ΚΚΕ, κατά την περίοδο του φραξιονισμού. Ο μακαρίτης Λαμπρινόπουλος και, εν συνεχεία (μετά τον θάνατον του), ο υπαστυνόμος Ν. Χαραλαμπίδης, τον αξιοποίησαν αργά, αλλά σταθερά. Δηλαδή, ο Κουτσογιάννης με κομματικό ψευδώνυμο Δημητριάδης, ανήρχετο την κομματική ιεραρχία, χωρίς να προκαλέσει υποψία τινά. Όταν επήλθε η μεταβολή της 4ης Αυγούστου, ο Κουτσογιάννης ήτο ήδη υπεύθυνος του παρανόμου εκδοτικού μηχανισμού της Κ.Ο. Αθήνας (ΚΟΑ)Κατά τα τέλη του 1936, λόγω των εμφανιζομένων κενών εις τις ανώτερες καθοδηγητικές θέσεις, το ΚΚΕ διέταξε το Κουτσογιάννη να αναλάβει εις Πάτρας τον παράνομο τεχνικό μηχανισμό περιοχής Πελοποννήσου και Δ. Στερεάς Ελλάδος. Η επαφή του, με την Γ.Γ.Α. Αθηνών, δεν σταμάτησε. Μετά εξάμηνο υπό του ΚΚΕ, μετετέθη εκ νέου εις Κ.Ο. Πειραιά, (ΚΟΠ) όπου παρέμεινε μέχρι τους τελευταίους μήνες του 1938. Επανελθών εις Αθήνας, ανέλαβε την «κεντρική γιάφκα» (Σύρου 27).
Με την βοήθεια του πόστου αυτού, αρχίζει, μετά την αποφυλάκιση του Τυρίμου, η εφαρμογή του υπ' αυτού καταρτισθέντος σχεδίου της υπαγωγής της καθοδηγήσεως του ΚΚΕ εις το Υπουργείο Ασφαλείας. Το πρώτον βήμα θα ήτο η εξουδετέρωση των δύο εναπομεινάντων (μη συλληφθέντων) στελεχών εις την διοίκηση του Κόμματος Δ. Μάθεση και Δ. Παπαγιάννη, όχι πλέον δια συλλήψεως, αλλά δια χαρακτηρισμού των ως «οργάνων της Ασφαλείας», δια να καλυφθούν και δικαιολογηθούν οι μέχρι στιγμής συλλήψεις και ακόμη και μελλοντικές τοιαύτες. Κατ' αυτόν τον τρόπον, παραλλήλως θα ανοιγότανε η οδός προς άνοδο εις την καθοδήγηση, ατόμων - πρακτόρων των αρχών Ασφαλείας ή, τουλάχιστον, επηρεαζόμενων και κατευθυνόμενων υπ' αυτών. Συνεχίζοντας την διήγηση του τρόπου δια του οποίου η Ασφάλεια ηδυνήθη, τελικώς, να φθάσει εις την διοίκηση του Κόμματος αναφέρομε, βάσει στοιχείων του δημοσιογράφου Λάμψα και άλλων πολλών, τα εξής:
Ο Κουτσογιάννης, δια των επαφών το με τον Τιμογιαννάκη, άρχισε να τον κατατοπίζει επί της πραγματικότητας και των «προβλημάτων του Κόμματος» με κεντρική γραμμή τις «βάσιμες» υποψίες περί προδοσίας των δύο εναπομεινάντων ανωτάτων στελεχών, δηλαδή, του Μάθεση και Παπαγιάννη. Μέχρι τότε, οι υποψίες του Κόμματος είχαν στραφεί κατά του μέλους της Κ.Ε. Λ. Δαμασκοπούλου, τον οποίο και απομάκρυναν από την Κ.Ε, αφού τον χαρακτήρισαν «χαφιέ της Ασφαλείας». Όμως, τα πλήγματα εξακολούθησαν, συλληφθέντων (κατά τον τρόπον που εξιστορήσαμε και ον, τότε, δεν γνώριζε το ΚΚΕ) σχεδόν όλων των μελών του Π.Γ. ανακαλυφθέντων των τυπογραφείων κλπ. Κατόπιν όλων αυτών, ο Τιμογιαννάκης άρχισε να πείθεται, ότι πρέπει να παρέμειναν εις τον μηχανισμό της Κ.Ε. ανώτατα στελέχη χαφιέδες. Ούτως, ωρίμαζε, σιγά - σιγά, η σκέψη να δημιουργηθεί νέα ηγεσία από «αδιάβλητα» στελέχη, απομονουμένης της παλαιάς Κ. Ε. Δια να πεισθεί απολύτως ο Τιμογιαννάκης, και δι' αυτού η Όλγα Μπακόλα (Ασπασία), ο Κουτσογιάννης του παρέσχε στοιχεία δια την προέλευση Μάθεση, και Παπαγιάννη.
Δια τον πρώτον του ανέφερε, εμπιστευτικώς, ότι:«έχει τη στρατιωτική δουλειά, έχει τους αξιωματικούς, έχει την τεχνική δουλειά για την ένοπλη εξέγερση και τον εμφύλιο πόλεμο. Παλιός μάγκας της Πλάκας, μπήκε στο Κόμμα από την Εργατική Βοήθεια (Σ.Σ. εξωκομματική μετωπική οργάνωση του ΚΚΕ). Απεστάλη από το Κόμμα και σπούδασε σε στρατιωτική σχολή της Ρωσίας, απεφοίτησε δε ως επιτελικός αξιωματικός. Εις την Ελλάδα ήλθε το 1935». Το τελειωτικό πλήγμα, όμως, κατά των τυχόν εναπομεινασών αντιρρήσεων εις τον Τιμογιαννάκη ή Αρκούδα, ήτο τα τελευταία λόγια του Κουτσογιάννη ή Δημητριάδη:
«Από τότε (1935) δουλεύειο Μάθεσης στον Μηχανισμό που σου ανέφερα. Αυτός, λοιπόν, ο μικροαστός,ο μάγκας και κουτσαβάκης της Πλάκας πού δεν δούλεψε ποτέ στη βάση, πού δεν πιάστηκε ποτέ, ούτε πήγε φυλακή ή εξορία, αν και έχει 18 χρόνια στο Κόμμα, γυρνά τώρα ελεύθερα στην Αθήνα. Ο Κεντρικός Μηχανισμός (Σ.Σ.) Απαράτ όπως λέγεται εις την κομμουνιστική διάλεκτο) πιάστηκε, κι' αυτός μένει στη θέση του. Ο Ζαχαριάδης και ο Νεφελούδης τον θεωρούν ύποπτο και το κάνανε γνωστό στο Κόμμα μ' ένα δηλωσία». Αυτό το τελευταίο αποτελούσε την παράλληλη ιστορία, που εξετυλίσσετο με πρωταγωνιστή τον Ζαχαριάδη και. πού αφετηρία της είχε τα προαναφερθέντα εις το παρόν ιστόρημα, εις την παράγραφο της συλλήψεως του Ζαχαριάδη.
ΔΙΑ ΤΟΝ ΕΤΕΡΟΝ, τον Παπαγιάννην, του ανέφερε, ότι ήτο παλιός Χωροφύλακας και ότι όταν δούλευε στην οργάνωση Θεσσαλονίκης, αυτή εξαρθρώθηκε τελείως.