ΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ

    Ο πρίγκιψ Γεώργιος, διορισθείς ύπατος Αρμοστής της Κρήτης έφθασεν εις την νήσον την 9 Δεκεμβρίου του 1898. Ευθύς δε αμέσως συνέστησεν επιτροπήν εκ 12 χριστιανών και 4 μουσουλμάνων εις την οποίαν ανέθεσε τον καταρτισμόν σχεδίου του μέλλοντος να διέπη την αυτόνομον πολιτείαν συνταγματικού χάρτου. Πρόεδρος τής επιτροπής εξελέγη ο Ίω. Σφακιανάκης. Ο Βενιζέλος όμως συμπράττων μετά τούτου επέδρασε πλέον παντός άλλου εις την διατύπωσιν των θεμελιωδών διατάξεων του συντάγματος, όχι μόνον λόγω τής νομικής του καταρτίσεως, άλλα και προ παντός λόγω τής εξαιρετικής του ικανότητος προς κατασκευήν πειστικών επιχειρημάτων. Το καταρτισθέν σχέδιον ενεκρίθη από τας δυνάμεις πλην ασήμαντων τροποποιήσεων. Θα σημειώσωμεν δε ήδη τάς κυριωτέρας του διατάξεις. Η βουλή απετελείτο εξ αιρετών μελών και 10 προσθέτων διοριζομένων από τον ηγεμόνα. Οι σύμβουλοι (υπουργοί) διωρίζοντο και επαύοντο «κατ' αρέσκειαν» από τον ηγεμόνα. Ο ηγεμών εδικαιούτο και χωρίς την υπογραφήν του υπευθύνου συμβούλου να προβαίνη εις την εγκαθίδρυσιν του μητροπολίτου και των επισκόπων, εις τον διορισμόν των προσθέτων μελών τής βουλής, των καδήδων και των μουφτήδων, του προέδρου και του εισαγγελέως των εφετών και των νομαρχών. Επί διετίαν δε από της δημοσιεύσεως του συντάγματος εις τον ηγεμόνα ανήκε το δικαίωμα να δίδη την άδειαν προς έκδοσιν εφημερίδων, ν' απελαύνη της νήσου πάντα ιθαγενή καθώς και η άσκησις της νομοθετικής εξουσίας. Αι διατάξεις δε αύται δια των οποίων ο ηγεμών καθίστατο ιδία κατά την πρώτην περίοδον απόλυτος μονάρχης εθεσπίσθησαν κατά πρότασιν του Βενιζέλου υποστηρίξαντος την ανάγκην αυτών μετ’ επιμονής και σθένους.

 
Η Εκτελεστική Επιτροπή Κρήτης στην οποία συμμετείχε ο Ελευθέριος Βενιζέλος

     Ο Βενιζέλος ηθέλησε βραδύτερον να δικαιολόγηση τας ανωτέρω διατάξεις αι οποίαι απετέλουν όχι απλώς συντηρητικήν εκδήλωσιν, άλλα πλήρη απάρνησιν των αρχών παντός ελευθέρου και οσονδήποτε συντηρητικού πολιτεύματος. Ο Βενιζελικός βιογράφος δεν έκρινεν ως πειστικάς τας δικαιολογίας του. Έκρινεν όμως ότι «πολλά σημεία του συντάγματος απέδειξαν κάποιαν αδεξιότητα και απειρίαν», χωρίς να θελήση να δώση καμμίαν εξήγησιν τής αντινομίας η όποια υφίσταται μεταξύ των ανελεύθερων τούτων διατάξεων «και του φιλελευθερισμού» του Βενιζέλου. Εάν εν τούτοις είχεν εκτιμηθή εν τω συνόλω η δράσις του Βενιζέλου, θα προέκυπτεν ασφαλώς το συμπέρασμα ότι ο Βενιζέλος δεν ήτο ούτε φιλελεύθερος, ούτε δημοκράτης, ούτε συντηρητικός, άλλ’ ότι επίστευε μόνον εις την σκοπιμότητα, ήτοι εις την μέθοδον δια τής οποίας εκάστοτε θα κατελάμβανε την εξουσίαν και θα την διετήρει. Βάσει δε του συμπεράσματος αυτού είναι εύκολος η εξήγησις της άνω αντινομίας. Ο Βενιζέλος ηγωνίσθη να οπλίση τον πρίγκιπα δι' απολύτου σχεδόν εξουσίας, διότι βασιζόμενος εις την εκτίμησιν και την εμπιστοσύνην με την οποίαν τον περιέβαλεν ο αρμοστής και εις την απειρίαν του «ναύτου» τούτου, επίστευεν ότι η διαχείρισις της εξουσίας ταύτης θα μετεβιβάζετο κατ' ανάγκην εις χείρας του. Όταν όμως κατόπιν αντελήφθη ότι ο «ναύτης» δεν ήτο εκ των ρυμουλκούμενων και είχε στερεάς πεποιθήσεις και ισχυράν θέλησιν ύψωσε την στασιαστικήν σημαίαν και εμαίνετο κατά «του τυραννικού καθεστώτος» το όποιον ο ίδιος είχε δημιουργήσει.

    Συγχρόνως ο Βενιζέλος επεδόθη εις την πολιτικήν. Προσεχώρησε δε εις το κόμμα των Φιλελευθέρων (Ξυπόλυτων) του οποίου ηγέτης ήτο εις τον νομόν Χανίων ο επ’ αδελφή γαμβρός του Μητσοτάκης, και εξελέγη βουλευτής το πρώτον υπό την σημαίαν του κόμματος τούτου το 1888. Αλλά κατά το επόμενον έτος ήρχισε νέα περίοδος αναταραχής εις την Κρήτην. Οι Τούρκοι παρεβίαζαν την σύμβασιν της Χαλέπας και μετήρχοντο σκληρά μέτρα καταπιέσεως και τέλος η αγανάκτησις του κρητικού λαού εξεδηλώθη κατ' αρχάς μεν δια της αποχής εκ των εκλογών και τέλος δια τής εκρήξεως του επαναστατικού κινήματος του 1895.

Ο Βενιζελικός βιογράφος εξετάζων από διεθνούς απόψεως την κατάστασιν γράφει σχετικώς τα εξής : «Αποτελεί λάθος να υποτιμάται ή να παραγνωρίζεται η νοοτροπία της εποχής, από της σκοπιάς τουλάχιστον της βρετανικής πολιτικής. Η τότε πανίσχυρος «Αυτοκρατορική» πολιτική έβλεπε πάντοτε την γραμμήν προς την Μέσην Ανατολήν και τας Ινδίας διασφαλιζομένην το μεν από την διατήρησιν τής τουρκικής ακεραιότητος, το δε από την διασφάλισιν πάντως της θαλάσσιας οδού. Ταύτην επετύγχανεν η αλυσίδα βάσεων από Γιβλαρτάρ – Μάλτας – Κρήτης - Κύπρου – Σουέζ - Άδεν. Εις αυτήν δε την πολιτικήν ή αυτόνομος Κρήτη ήτο κάτι το άκρως συμφέρον την βρεταννικήν Αυτοκρατορίαν». Η άποψις αυτή είναι βεβαίως ορθή. ΙΙρος αποσαφήνισιν μόνον πρέπει να προσθέσσωμεν ότι η αυτονομία τής Κρήτης ήτο άκρως συμφέρουσα δια την Αγγλίαν εφόσον θα εκηδεμονεύετο υπ' αυτής υπό τον ένα ή τον άλλον τύπον και θα ετέλει υπό την απόλυτον εκ της θαλασσοκράτειρας εξάρτησιν. Βάσει δε ταύτης τής αντιλήψεως ώφειλε να εξετασθή και να εξηγηθή και η δράσις του Βενιζέλου εις την Κρήτην μέχρι της εγκαταστάσεως του εις την Ελλάδα. Αντί τούτου όμως ή περαιτέρω αφήγησις εμφανίζεται χασματική, ανεπαρκής και ασαφής εις εξηγήσεις ή και αποφεύγουσα ταύτας. Θα προσπαθήσωμεν να την συμπληρώσωμεν.

Πρόεδρος τής Μεταπολιτευτικής και αρχηγός της επαναστάσεως του Σεπτεμβρίου του 1895 ήτο ο Μανούσος Κούνδουρος. Το κίνημα δε εκείνο απέβλεπεν εις την εγκαθίδρυσιν αυτονομιακού καθεστώτος. Ο Βενιζέλος καθώς και άλλοι πολιτευόμενοι αντετάχθησαν κατά της τοιαύτης κατευθύνσεως του κινήματος. Και δικαίως αντετάχθησαν. Διότι η αυτονομία δεν εξυπηρετεί τα εθνικά συμφέροντα, αλλά τα αγγλικά των οποίων όργανον ήτο τότε ο Κούνδουρος. Κατά την εξέλιξιν όμως τού κινήματος απεδείχθη ότι ικανώτερος του Κουνδούρου και επιτηδειότερος αλλά και περισσότερον αδίστακτος τούτου προέβαλε νέος πολιτευτής ο Ελευθ. Βενιζέλος, ο οποίος μετά δύο έτη, ήτοι τον Αύγουστον του 1897 καταλλήλως διαφωτισθείς αντελήφθη τα αγαθά τής αυτονομίας και «ανέλαβε - κατά τον βιογράφον - την τολμηράν πρωτοβουλίαν... ν’ απευθύνη έγγραφον προς τους ναυάρχους των δυνάμεων δι’ ον, αφού μεν (SIC) εν προλόγω ετόνιζεν ότι μόνην τελικήν λύσιν του κρητικού ζητήματος θα απετέλει η ένωσις με την Ελλάδα, απεδέχετο την αυτονομίαν». Και η μεν αυτονομία τής Κρήτης ήτο ήδη αποφασισμένη. Βεβαίως όμως δεν ήτο καθόλου ανάγκη να διακηρυχθή από τους Κρήτας ότι παρητούντο έστω και προσωρινώς από την επιδίωξιν της ενώσεως και να δώσουν την εντύπωσιν της κάμψεως του εθνικού φρονήματος.

Αρχική Σελίδα                                                                 Ο Βενιζέλος κατά του Πρίγκιπα

Free Web Hosting