Ο συνταγματάρχης Πούλος με έναν Γερμανό αξιωματικό - σύνδεσμο και δεκάδες οπλισμένους χωρικούς σε κάποιο μακεδονικό χωριό. Η περιοχή δράσης του ήταν η Βέροια, η Πέλλα και χωριά της Εορδαίας
Στις 13 Απριλίου 1944 η μονάδα του συνταγματάρχη Πούλου βρέθηκε στα Γιαννιτσά. Μαζί ήταν και η μονάδα των "Σουμπερτιανών", πλαισιωμένη από τουρκόφωνους χωρικούς της γύρω περιοχής. Είχε προηγηθεί η απαγωγή και η εκτέλεση ενός Γερμανού στρατιώτη από αντάρτες του ΕΛΑΣ. Εκεί οι άνδρες του Πούλου και του Σούμπερτ συγκέντρωσαν όλους τους άρρενες άνω των 10 χρόνων, στην πλατεία μπροστά από το σχολείο, όπου στεγαζόταν η γερμανική φρουρά. Τις γυναίκες και τα παιδιά τα συγκέντρωσαν σε μια άλλη γειτονική πλατεία. Ύστερα από μια σύντομη ομιλία του πατέρα Παπα-Γρηγόρη, του ιερέα που συνόδευε το απόσπασμα, ο Σούμπερτ άρχισε να απειλεί ουρλιάζοντας.
Για τους "Πουλικούς". που είχαν εκτεθεί στα μάτια του κόσμου με τη συνεργασία τους με τους Γερμανούς, οι εκτελέσεις και οι βιαιοπραγίες αποτελούσαν καθημερινή ρουτίνα. Ο τελικός αριθμός των νεκρών ανέβηκε τουλάχιστον στους 75, ανεξάρτητα από εκείνους τους χωρικούς οι οποίοι εκτελέσθηκαν επί τόπου στους αγρούς τους από τους άνδρες του Πούλου και του Σούμπερτ.
Η εφιαλτική μέρα για τους άτυχους Γιαννιτσιώτες όμως δεν τελείωσε με τις εκτελέσεις. Το απόσπασμα θανάτου συνέχισε το έργο του παίρνοντας τα ρούχα των θυμάτων, τα παπούτσια, τα λεφτά και τα πολύτιμα είδη τους, ενώ έκαψε και πολλά σπίτια "υπόπτων στο φρόνημα". Όση ώρα διαδραματίζονταν τα γεγονότα αυτά οι Γερμανοί της τοπικής φρουράς έστεκαν παράμερα και κοιτούσαν αδιάφορα ή έπαιρναν φωτογραφίες.
Ο Πούλος μιλάει σε κάποιο χωριό στη Βόρεια Ελλάδα εναντίον των Κομμουνιστών και των Κεφαλαιοκρατών. Πίσω του η Γερμανική σημαία με τον αγκυλωτό σταυρό. Ο Πούλος ήταν θρησκευόμενος, γιαυτό και είχε πάντα μαζί του τον πατέρα Παπαγρηγόριο που τον συνόδευε στις «εξορμήσεις του»
Μόλις αποχώρησαν οι "Πουλικοί" με τα φορτηγά αυτοκίνητα τους, οι επιζώντες διέφυγαν στην ύπαιθρο. Ένας απεσταλμένος του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού, ο Ελβετός Βένγκερ. επισκέφθηκε τα Γιαννιτσά έπειτα από δύο ημέρες. Βρέθηκε σε "μια νεκρή πόλη. μια πόλη φάντασμα". Σχεδόν το 1/3 των σπιτιών είχε καεί, ενώ οι δρόμοι και οι πλατείες είχαν ερημώσει. Καθώς διέσχιζε τον κάμπο μέχρι τη Θεσσαλονίκη, άκουσε από τους φοβισμένους ντόπιους και για άλλα εγκλήματα. Στη Βέροια είχαν βιάσει 12 γυναίκες, στο χωριό Σκυλίτσι οι "Πουλικοί' είχαν εκτελέσει όποιον βρήκαν μπροστά τους. Στον Χορτιάτη. 22 χλμ. ΝΑ της Θεσσαλονίκης, συνέβη το πιο φρικτό από όλα. Στις 19 Σεπτεμβρίου 1944 ο Σούμπερτ μεταφέροντας μια δύναμη από δικούς του και άνδρες του Πούλου πάνω σε 20 καμιόνια κύκλωσε το χωριό. Είχε προηγηθεί η δολοφονία ενός Γερμανού και ενός Έλληνα υπαλλήλου της Εταιρίας Ύδρευσης από μια ομάδα ανταρτών του ΕΛΑΣ. Εισερχόμενοι οι "γερμανοντυμένοι" μέσα στο χωριό άρχισαν να πυροβολούν ότι εκινείτο. Σε ένα από τα αρχοντικά σπίτια συγκέντρωσαν όλα τα γυναικόπαιδα και αφού κλείδωσαν τις πόρτες έβαλαν φωτιά χρησιμοποιώντας μια εμπρηστική σκόνη. Οι κάτοικοι αλλόφρονες προσπαθώντας να μην καούν ζωντανοί, έπεσαν πάνω στα πολυβόλα. Βλέποντας αιμόφυρτο τον ιερέα του χωριού, Δημήτριο Τομαρά, οι δύο κόρες του όρμησαν πάνω σε έναν Γερμανό φρουρό. Ο επικεφαλής αξιωματικός τις συνέλαβε και τις έριξε και αυτές στις φλόγες. Συνολικά 250 κάτοικοι του Χορτιάτη εκτελέσθηκαν ή κάηκαν ζωντανοί.
Ο Βένγκερ συνάντησε τον Πούλο στο οχυρωμένο στρατηγείο του στην Κρύα Βρύση, έξω από το Γιαννιτσά. Τόλμησε να αρθρώσει κάποιες λέξεις διαμαρτυρίας για τις σφαγές που προξένησαν οι παρακρατικές συμμορίες, αλλά ο συνταγματάρχης τον διέκοψε απότομα: "Τα παράπονα σας να τα κάνετε στους αντάρτες. Αυτοί είναι υπεύθυνοι για την όλη κατάσταση". Δεν έδειξε να έχει καθόλου τύψεις παρά μόνο μίσος για τους χωρικούς που τροφοδοτούσαν τους αντάρτες, ενώ κατέστησε σαφές στον ξένο συνομιλητή του πως η γνώμη του για τον Ερυθρό Σταυρό δεν ήταν καθόλου καλή.
Καθώς ο ΕΛΑΣ γινόταν ολοένα και πιο απειλητικός, οι "στρατιώτες" του Πούλου έδειχναν φοβισμένοι, έτοιμοι να πατήσουν τη σκανδάλη και να προβούν σε πράξεις πρωτοφανούς αγριότητας. Μόλις μαθευόταν ότι πλησίαζαν, ολόκληρα χωριά και κωμοπόλεις άδειαζαν και οι κάτοικοι έτρεχαν πανικόβλητοι να κρυφτούν στα χωράφια και στις σπηλιές των γύρω βουνών. Μια φορά ένας "Πουλικός" οπλαρχηγός, όταν πάντρεψε την κόρη του, υποχρέωσε χωριά της περιφερείας του να πληρώσουν σε είδος κάποια "δώρα" για τον γάμο της.
Γενικά οι
σφαγές, η βία και οι μέθοδοι του Πούλου ήταν
μέρος μιας συνειδητής πολιτικής και
τακτικής των Γερμανών, οι
οποίοι χρησιμοποιούσαν την τρομοκρατία σε
μαζική κλίμακα πιστεύοντας πως ήτάν η
καλύτερη δυνατή λύση απέναντι στο συνεχές
διογκούμενο αντάρτικο. Ο ΕΛΑΣ
από την πλευρό του συμμετείχε το ίδιο
φανατισμένα σε αυτό το όργιο εγκλημάτων
αντεκδίκησης, εκτελώντας συχνά
ανυποψίαστους πολίτες με ψευδείς
κατηγορίες.