ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ ΠΑΠΑΔΟΓΓΟΝΑ
Από το βιβλίο «ΟΙ ΔΥΟ ΟΧΘΕΣ» του Αλέξανδρου Ζαούση σελίδα 517
Ο Παπαδόγγονας δεν ήταν τυχαίος αξιωματικός. Πέρα από τη δράση του στο Αλβανικό και το κατόρθωμα να οδηγήσει την V Μεραρχία Κρήτης από το καταρρέον μέτωπο μέχρι την Πελοπόννησο, από όπου βοήθησε τους άνδρες του να περάσουν στην Κρήτη, ο αξιωματικός αυτός είχε πίσω του μια δράση πολεμική αξιοζήλευτη. Νεαρός Εθελοντής στους Βαλκανικούς, αντάρτης στη Βόρειο Ήπειρο το 1914, τρία χρόνια πολεμιστής στη Μικρασία, είχε κερδίσει στο πεδίο ατέλειωτες διακρίσεις. Η κατοχή τον βρήκε στη γενέτειρα του, το Πεταλίδι Καλαμάτας. Όπου λόγω του κύρους του αναγνωρίστηκε ως «Διοικητής Ελλήνων Αξιωματικών Μεσσηνίας -Λακωνίας». Τίτλος λίγο-πολύ θεωρητικός, διότι την εποχή εκείνη, 1941-42, δεν υπήρχε δράση, και οι φυσικοί προϊστάμενοι των αξιωματικών στην Αθήνα, στους οποίους κατέφυγε ο Παπαδόγγονας, δεν τους καθοδηγούσαν περί του πρακτέου. Τον Ιούνιο του 43, όταν πληροφορήθηκε την παρουσία του Βρετανού Ρηντ στα βουνά, ο Παπαδόγγονας έστειλε έναν αξιωματικό του με τις ακόλουθες προτάσεις προς τους Βρετανούς. Να σχηματιστούν μικρές ομάδες ενόπλων στα βουνά για την προστασία των Άγγλων και τη λειτουργία των ασυρμάτων και να δικτυωθεί προσεκτικά ο πληθυσμός στις πόλεις για να βοηθήσει σε ενδεχόμενη απόβαση. Η πρόταση αυτή κατόπτριζε και τη γενικότερη άποψη του Παπαδόγγονα ότι η Πελοπόννησος δεν προσφερόταν για αντάρτικο λόγω του πυκνού οδικού δικτύου. Άποψη που αρχικά είχε υποστηρίξει και η Βρετανική Αποστολή.
Ο Ρηντ απέρριψε τις προτάσεις αυτές. Στο μεταξύ, άλλωστε, οι ομάδες του ΕΛΑΣ είχαν διογκωθεί και ο συντηρητικός Παπαδόγγονας τις έβλεπε σαν θανάσιμο κίνδυνο. Εξάλλου, την εποχή εκείνη οι άλλες ομάδες του Ε.Σ. που δρούσαν κυρίως στη Λακωνία και τη Μεσσηνία τελούσαν υπό την ασφυκτική πίεση του ΕΛΑΣ και επιπλέον δέχονταν ελάχιστες ρίψεις από τους βρετανούς.
Πολλά από τα ανωτέρω στοιχεία παρασχέθηκαν στον συγγραφέα από τον φίλο βουλευτή Αλέξανδρο Παπαδόγγονα. γνωστό και αϊτό τον ηγετικό του ρόλο στο αντιδικτατορικό κίνημα του Ναυτικού, το 1973. Ό Αλέξανδρος είναι γιος του Διονυσίου Παπαδόγγονα και έχει στα χέρια τον ένα σημαντικό αρχείο από την εποχή εκείνη, το οποίο ευγενώς έθεσε στη διάθεση του συγγραφέα του παρόντος. Και ο συγγραφέας πιστεύει ότι στην έρευνα αυτή, κάτω από τον τίτλο «ΟΙ ΔΥΟ ΟΧΘΕΣ», πρέπει να καταχωρούνται όλες οι απόψεις.
Από την αναδίφηση του αρχείου αυτού, από τις αναμνήσεις ενός επιζώντος αξιωματικού του Β.Σ., του Δημήτριου Καραγιαννάκου και από προφορικά στοιχεία που δόθηκαν στον συγγραφέα από τον Κ.Γ. Καλογερόπουλο, αρχικά αξιωματικό τον Ε.Σ, και μετά υπηρετήσαντα στον ΕΛΑΣ Μεσσηνίας, προκύπτει μια σημαντική σύγχυση στο θέμα της οργανώσεως του Ε.Σ. Ο Καραγιαννάκος διεκδικεί την πατρότητα του τίτλου από πολύ νωρίς, υποστηρίζοντας, ότι ήταν ο πρώτος που οργάνωσε πραγματική ομάδα τον Ε.Σ. και υποστηρίζει, ότι ο Παπαδόγγονας δεν ανήκε στον Ε.Σ. Από την πλευρά τον ο Παπαδόγγονας γράφει σε μια εκτεταμένη έκθεση της εποχής εκείνης (Μάρτιος 1944) ότι είχε βοηθήσει παντοιοτρόπως τις μικρές ομάδες Ε.Σ. στη Μεσσηνία και Λακωνία. Και, Ότι τον Ιούλιο τον 43 είχε δώσει την έγκριση του στον ιεραρχικά υφιστάμενο του συνταγματάρχη Γιαννακόπουλο ν' ανέβει στο Δυρράχιο, στα όρια των Νομών Αρκαδίας - Μεσσηνίας - Λακωνίας, για να διευθετήσει τις διαμάχες ΕΛΑΣ και Ε.Σ. Ο Γιαννακόπουλος δεν επέστρεψε στην Καλαμάτα, αλλά είτε υπό την πίεση των βρετανών συνδέσμων, είτε κολακευτείς διότι η άνοδος του θεωρήθηκε σημαντικό γεγονός ανέλαβε την «αρχηγία» του Ε.Σ. Ο Παπαδόγγονας έκανε τον Αύγουστο του 43 μια τελευταία προσπάθεια ν' αναστείλει την ενίσχυση των Βρετανών προς τον ΕΛΑΣ, ανεβαίνοντας ο ίδιος στον Ταΰγετο. Μέσοι του Βρετανού συνδέσμου Φρέιζερ έστειλε σχετικά σήματα στο Σ.Μ.Α., άνευ αποτελέσματος.
Η θητεία του Γιαννακόπουλου ως αρχηγού των ομάδων Ε.Σ, σφραγίστηκε μετά από λίγο καιρό με τη ληξιαρχική πράξη θανάτου της οργανώσεως αυτής. Στις 29-8-43 στο Δυρράχιο υπέγραψε μια συμφωνία με τον ΕΛΑΣ, που έγινε γνωστή ως «Συμφωνία του Δυρραχίου», με την οποία ουσιαστικά ο Ε.Σ. απορροφήθηκε στον ΕΛΑΣ, χάνοντας πλήρως την αυτοτέλεια του. Από τους άλλους γνωστούς αξιωματικούς του Ε.Σ.. ο Χρήστος Καραχάλιος είχε ήδη εκτελεστεί δια μαχαίρας μετά από μια συμπλοκή με τμήμα του ΕΛΑΣ. Μεταξύ των αξιωματικών του Ε.Σ. που αρνήθηκαν το «Σύμφωνο τον Δυρραχίου» ήταν και ο παράτολμος ίλαρχος Τηλέμαχος Βρεττάκος, ένας άνδρας που είχε πολλές φορές χτυπηθεί με τους Γερμανοϊταλούς. Όταν έγινε γνωστό ότι αποκηρύσσει το σύμφωνο, ο ΕΛΑΣ εξαπέλυσε ένα άγριο ανθρωποκυνηγητό για να τον εξοντώσει. Ο νομάρχης Μεσσηνίας του πρόσφερε γερμανική προστασία, την οποία αρνήθηκε. Τελικά εντοπίστηκε από τον ΕΛΑΣ και στη συμπλοκή που ακολούθησε τραυματίστηκε θανάσιμα. Πριν υποκύψει, είπε σαν διαμαρτυρία για τη βρετανική πολιτική: «Άτιμοι Άγγλοι, οποίος σας δώσει πίστη, χάνεται...».
Κατ' άλλη πηγή ο Βρεττάκος είχε μεν έρθει σε συνεννόηση με τους Γερμανούς, αλλά τελικά δεν συμφώνησαν, διότι ο άνδρας αυτός ήταν φανατικός βασιλόφρων και υποστήριζε την Κυβέρνηση του εξωτερικού, πράγμα που φυσικά δεν ταίριαζε στους Γερμανούς. Όσον αφορά στον Γιαννακόπουλο, αυτός αργότερα αποχώρησε οριστικά από το αντάρτικο, ενώ ο Παπαδόγγονας, του οποίου η ζωή είχε απειληθεί δύο φορές από ενέδρες Εαμιτών στην Καλαμάτα, κατέφυγε στην Αθήνα με την οικογένεια του. Επέστρεψε μόλις τον Απρίλιο του 44 για ν' αναλάβει τυπικά, με την έγκριση της Κατοχικής Κυβερνήσεως, τη διοίκηση του νεοσύστατου Β ' Αρχηγείου Χωροφυλακής Πελοποννήσου με έδρα την Τρίπολη. Στην πράξη συγκέντρωσε υπό τις διαταγές του τα Τάγματα Ασφαλείας Αρκαδίας, Μεσσηνίας και Λακωνίας.
Η σύγχυση που επικρατούσε στην Πελοπόννησο το φθινόπωρο του 43, έλαβε εκρηκτικές διαστάσεις με την είσοδο του 1944. Χιλιάδες κάτοικοι, διωκόμενοι από τον ΕΛΑΣ, άρχισαν να ταλαντεύονται επικίνδυνα στην οριοθετική γραμμή μεταξύ ΕΛΑΣ και Ταγμάτων Ασφαλείας ή και των Γερμανών. Πολλοί προσπάθησαν να εκμαιεύσουν άμεσα ή έμμεσα τη συμβουλή των επί τόπου Βρετανών. Στις πλείστες περιπτώσεις οι Βρετανοί τους απέτρεπαν από την ένταξη στα Τάγματα παρόλο ότι κυκλοφορούσε ευρύτατα η προπαγάνδα της Κατοχικής Κυβερνήσεως ότι σε δεδομένη στιγμή τα Τάγματα Ασφαλείας θα μεταπηδούσαν στο πλευρό των συμμάχων.
Ο Παπαδόγγονας πειθαρχεί την 5ην Μεραρχία Κρητών. Αφήγηση ενός στρατιώτη. Από το βιβλίο Τρεμπεσίνα του Ιωάννη Βερνάρδου σελίδα 170 |
Αδυνατούντες ν' αμυνθούν ή ν' αποκρυβώσιν εις τους δασώδεις λόφους και αναμένοντας από στιγμής εις στιγμήν φρικαλέον εκ των βομβών ή των πολυβολισμών θάνατον, εξεδήλωσαν την ανυπομονησία των δια την παραμονή μας εις την περιοχή Βέλλας, και αδιακόπως αντηχούν μετά των δαιμονιωδών κρότων των βομβών οι κραυγές: «Να φύγουμε !. . . Να φύγουμε !. . .» Οι ήρωες της Τρεμπεσίνας και του Μάλι Σεντέλι έβλεπαν αγωνιώντας εαυτούς προορισμένους να εξοντωθούν αμαχητί, και ήσαν έτοιμοι να διασκορπιστούν πανικόβλητοι τήδε-κακείσε παρακούοντας τους βαθμοφόρους των. Διετάχθησαν οι Διοικητές Ταγμάτων ν' αναπτύξουν εν συγκεντρώσει των τμημάτων των την ανάγκην της παραμονής εις αυτά των οπλιτών υπό τις διαταγές των Αξιωματικών των. Εις την συγκέντρωση του Τάγματος μου είπα το εξής περίπου : «Οι Γερμανοί και οι Ιταλοί είναι διατεθειμένοι να εξοντώσουν ανηλεώς μεμονωμένους οπλίτες ή τμήματα άνευ βαθμοφόρων πού θα συναντούν. Οι απομακρυνόμενοι από τα τμήματα και τους Αξ/κούς των, εκτός του ότι θα στερηθούν συσσιτίου, άρτου, ιατρικής περιθάλψεως και προστασίας έναντι των εισβολέων, κινδυνεύουν να θεωρηθούν κατά τα Διεθνή Νόμιμα ως λησταί και να εξολοθρεύονται ως τοιούτοι. Ενώ παραμένοντες εις τις τάξεις των - με υπομονή και πειθαρχία - θα οδηγηθούν με ασφάλεια και στοργή εις το εσωτερικό της χώρας, και θα έχουν την ελπίδα να σταλούν κανονικώς εις την Κρήτη. Διότι αν πάσαι αι Μονάδες του Ελληνικού Στρατού έχουν την δυνατότητα να διαλυθούν και οι οπλίται των να μεταβούν εις την ιδιαιτέρα των Πατρίδα ως καταγόμενοι εκ της χέρσου Ελλάδος. Η V Μεραρχία είναι υποχρεωμένη να παραμείνει συμπαγής μέχρι καθορισμοί τής τύχης της, διότι τους οπλίτες της χωρίζει από την Κρήτη η ευρεία και απαγορευμένη από τον εχθρό θάλασσα. Οι δε Αξ/κοί της Μεραρχίας, έστω και οι μη Κρήτες, είναι αποφασισμένοι να ενώσουν την τύχη των με τους οπλίτες των, τους όποιους θα. οδηγήσουν εις την ασφάλειαν, όπως τους είχαν οδηγήσει και εις την νίκη». Οι οπλίτες μου επείσθησαν εκ των λόγων μου αυτών, και παρέμειναν πειθαρχούντες εις τις τάξεις των. Το αυτό συνέβη εις όλα τα Τάγματα της Μεραρχίας. Την 19ην Απριλίου - Μέγα Σάββατο - προσήλθε κατά τας εσπερινάς ώρας εις περιοχή Βέλλας ο Μέραρχος Συνταγματάρχης Πεζ. Παπαδόγκονας,, και συγκεντρώσας εις τετράγωνο το 43ον Σύνταγμα μίλησε προς τούς οπλίτες, δια να τονώσει το ηθικόν των. Το αυτό είχε πράξει και εις τα λοιπά Συντάγματα της Μεραρχίας. Ήσαν πολύ δραματικά! Τις στιγμές εκείνες και ο Μέραρχος εφαίνετο συγκινημένος εις το έπακρον. Μάς πληροφόρησε ότι διεξάγονται διαπραγματεύσεις εις Ιωάννινα προς συνθηκολόγηση μετά των Γερμανών και Ιταλών. . . Εμνήσθη μετά πικρίας των ενδόξων ήμερων καθ' ας η Μεραρχία μας έδρεπε δάφνες εις την Τρεμπεσίνα και το Μάλι Σεντέλι, και παρομοίασε την θλιβερωτάτη θέση του Στρατού μας του Νοτίου Συγκροτήματος προς την ανάλογη εις Αλί -Βεράν της Μικράς Ασίας. Συνέστησε πειθαρχία, εκ της οποίας και μόνης θα καθίστατο δυνατόν μίαν ημέρα να επιστρέψουν εις την Κρήτη οι οπλίτες της Μεραρχίας μας. Οι Αξιωματικοί και οι οπλίτες του Συντάγματος μας ακούσαμε τις πληροφορίας και παραινέσεις του Μεράρχου μετ' άκρας συγκινήσεως, και υπεσχέθημεν άπαντες να παραμείνομε ευόρκως εις τις τάξεις μας, συμμεριζόμενοι τις αποφάσεις και τις τύχες των ανωτέρων μας, μόνων αρμοδίων να γνωρίζουν επακριβώς την κατάστασιν και της Στρατιάς Ηπείρου και ολοκλήρου της Χώρας. Παρά την τραγική κατάστασιν εις την οποίαν είχε περιέλθει η Μεραρχία μου κατά την έβδομη ταύτη ημέρα της συμπτύξεως, η επιμελητεία της λειτούργησε κανονικότατα και το μεσονύκτιο του Μεγάλου Σαββάτου εορτασθεί εν μέσω πικρών αναμνήσεων η πρώτη Ανάσταση. Υπήρχε ψητό αρνί, αυγά κόκκινα και πορτοκάλια. Την ημέρα του Πάσχα, 20 Απριλίου, υπέστημεν άφθονους βομβαρδισμούς και πολυβολισμούς από τα Γερμανικά στούκας εις την περιοχή Βέλλα;. Τας εσπερινάς δε ώρας μετεκινήθημεν προς το χωρίον Λιγωψά, έξωθι του οποίου καταυλίσθηκαν τα Τάγματα εις κεκαλυμμένους χώρους. Των οπλιτών μας ή ανακούφιση ήταν πολύ μεγάλη, όταν ήλθαν εις επαφή με τούς φιλόξενους χωρικούς του εγγύς χωρίου Βατατάδες, οι όποιοι παρά τους τρομακτικούς αεροπορικούς βομβαρδισμούς διετήρουν ακμαίο το φρόνημα των, και ήλπιζαν ότι θα ήταν παροδική η ενσκήψασα επί του Έθνους μας συμφορά. Συνέφαγαν λοιπόν με αυτούς οι Κρήτες τον πατροπαράδοτο οβελία, δοκίμασαν το καλό κρασί του χωρίου, και πολλοί έτρεξαν ν' ανάψουν κεράκι εις την παρήγορο ατμόσφαιρα του ναΐσκου των Βατατάδων. |