Η ΕΠΙΘΕΣΗ

Η επίθεση είχε ορισθή για τις 29 Απριλίου. Επειδή όμως δεν ήσαν έτοιμες οι χειροβομβίδες αναβλήθηκε για τις 30.

Απ' την αυγή εκείνη την ήμερα, ο Ελευθεριάδης πήρε το καθαρισμένο ταξί απ' την στάση της «Γενικής Διοικήσεως». Ο Παπαγεωργίου ήταν επίσης στο πόδι. Διαπίστωσε ο ίδιος με τα μάτια του ότι το αυτοκίνητο ήταν «εντάξει». Έφεραν από βραδύς τις χειροβομβίδες στο σπίτι της Ευθυμίας Πατσά που ήταν κοντά στη στάση Μισραχή. Εκεί διανυχτέρευσαν και οι Σαπουντζόγλου και Εξεζίδης. Μαζί τους έμεινε και ο Ακίνδυνος για να τους πιπιλίζη όλη τη νύχτα τo μυαλό και να τους ενισχύη το ηθικό τους. Ζωντανό παράδειγμα και τονωτικό ήταν και η Ευθυμία, κάθε άλλo παρά στενοχωρημένη που και ο σύζυγος της θάπαιρνε μέρος στη μεγάλη επιχείρηση.

Την πρώτη χειροβομβίδα έρριξε ο Σαπουντζόγλου. Την δεύτερη ο Εξιζίδης. Σκοτώθηκαν οι Υποσμηναγοί Δευτεραίος Νικόλαος, Γεωργόπουλος Αλέξανδρος, Γαλιλαίος Νικόλαος, ο Σμηνίτης Κρητικός Πελοπίδας και ο οδηγός του λεωφορείου. Πληγώθηκαν άλλοι 7 - 8. Ένας έχασε τα μάτια του.

Δεν χρειάσθηκε να επέμβη ο Πατσάς και το πιστόλι του. Μέσα στον καπνό, τα αίματα, τις οιμωγές, την κατάπληξη, την συγχυσι, κανένας δεν είχε τον καιρό και τα μέσα να χτυπήση και κυνηγήση τους κακούργους. Οι αεροπόροι πού γλύτωσαν ήταν ζαλισμένοι και άοπλοι.

Ο Αξιωματικός της αεροπορίας κ. Πάντος Ιωάννης πού ήταν στο μοιραίο λεωφορείο εξιστόρησε στο δικαστήριο τα γεγονότα ως εξής:

— Ο κρότος των χειροβομβίδων δεν ήταν ο συνηθισμένος. Ήταν μεγαλύτερος από μια κοινή χειροβομβίδα πού σκάζει. Νομίζω μάλιστα ότι ο κρότος της πρώτης με τον κρότο της δεύτερης είχε διαφορά. Της πρώτης ήταν δυνατότερος. Το πακέτο είχε μέγεθος περίπου μιας πιθαμής.

—Πρόεδρος: Τα θύματα ήσαν περισσότερα με την πρώτη ή την δεύτερη χειροβομβίδα;

—Πάντος : Με την δεύτερη και το αποδίδω εις το ότι μετά την πρώτη χειροβομβίδα, έγινε πανικός, γέμισε το λεωφορείο καπνό και φαίνεται ότι την στιγμή πού άνοιγαν οι Αξιωματικοί την πόρτα εξερράγη ή δεύτερη βόμβα και κτυπήθη· σαν τόσοι πολλοί Αξιωματικοί.

—Πρόεδρος: Πού έπεσε η πρώτη;

—Πάντος : Εις το δεξιό μπαρμπρίς και εξερράγη στα πόδια του οδηγού.

—Πρόεδρος: Συνεπώς ο οδηγός χρησίμευσε ως προπέτασμα και κάλυψε τους άλλους.

—Πάντος : Ναι διότι η θέσις του οδηγού είναι υψηλή. Από την έκρηξη της πρώτης σκοτώθηκε ο οδηγός και τραυματίσθηκαν δύο, από δε την δεύτερη σκο· τώθηκαν 4 και τραυματίσθηκαν 7—8

—Πρόεδρος : Που αποδίδετε την επίθεσιν;

—Πάντος : Είναι γεγονός ότι η αεροπορία τους ενοχλούσε. Μετά την απόπειρα με πλησίασαν διάφοροι και εδώ και στην Αθήνα και μου έλεγαν ότι η επίθεσις δεν είχε γίνει από τους αριστερούς, διότι δεν είχαν κανένα συμφέρον να την κάμουν! Δι' αυτό και η Αστυνομία δεν φέρνει εις φως την υπόθεσιν!...

Έλεγαν δηλαδή στους ίδιους τους «παθόντας» αεροπόρους, όσα είχαν πει και στον νεαρό κατηγορούμενο Φαίδωνα Αμπατζόγλου, ότι δηλαδή την δολοφονία των αεροπόρων είχε οργανώσει Η...Ιντέλιτζεν Σέρβις!!

Ο Καθηγητής Βασδέκης, όταν Πρόεδρος του έλεγε «δεν σκεφθήκατε καθόλου πώς είναι δυνατόν να σκοτώσουν τον Υπενωμοτάρχην Παγώνη οι συνάδελφοι του, πώς είναι δυνατόν να δολοφονήσουν Έλληνες πατριώται τους αεροπόρους, πώς είναι δυνατόν εθνικόφρονες να κάμουν την επίθεση κατά του φτωχού περιπτεριούχου Δημητριάδη, κατά των καφενείων «Ελληνικού» και «Μπόνου» κ.τ.λ; αποκρίθηκε:

—Ασφαλώς δεν μπορούσα να φαντασθώ ότι εστράφησαν εθνικόφρονες κατά εθνικοφρόνων, άλλα έλεγα ότι υπάρχουν... ξένοι πράκτορες εις τους οποίους ημπορούσαν ν' αποδοθούν τα εγκλήματα!...

Ο κ. Πάντος αναγνώρισε απ' την φωτογραφία τον Σαπουντζόγλου, ότι αυτός έριξε την πρώτη χειροβομβίδα.

Είπε μάλιστα και κάτι άλλο πού δεν είχε αναφερθή από κανέναν άλλο. Μία εβδομάδα δηλ. ενωρίτερα άγνωστοι πήραν στο τηλέφωνο την Υπηρεσία του και είπαν «μέχρι της Πέμπτης θα σας ξεκάμουμε».

Σ' ένα σημείο της απολογίας του ο Παπαγεωργίου είπε: «Κατακρίνω δίχως τον εαυτό μου και τον χαρακτηρίζω σαν πραγματικό εγκληματία για την επίθεση πού έγινε κατά του αυτοκινήτου της Αεροπορίας γιατί σαν καθοδηγητής της οργανώσεως, μπορούσα χωρίς ζημιές να σταματήσω την επίθεση. Δεν το έκαμα. Δεν είμαι δικαιολογημένος. Εγκλημάτησα απέναντι αυτών των ανθρώπων».

Οι τρεις σύντροφοι, Σαπουντζόγλου, Εξιζίδης και Πατσάς, πήγαν ευθύς να βρουν το αυτοκίνητο. Τα κορίτσια και παιδιά του σχολείου πού τους πλησίασαν, δεν τους έκαμαν μεγαλύτερη ενόχληση από μικρά σκυλάκια πού θα ήθελαν να πιάσουν ένα κοπάδι λεοντάρια, ή ακριβέστερα τίγρεις. Είχαν και τα πιστόλια στα χέρια.

Το αυτοκίνητο δεν ήταν στην ορισμένη θέση στην οδόν Εδμόνδου Ροστάν. Το βρήκαν στην οδόν Δελφών 700-800 περίπου μέτρα μακριά απ' την στάση Μισραχή. Ο Ελευθεριάδης δικαιολογήθηκε ότι δεν ήξερε καλά τους δρόμους εκείνους. Φαίνεται όμως ότι προτίμησε να βρεθή όσο το δυνατό μακρύτερα απ' τον τόπο των εκρήξεων και της κρίσεως.

Μπήκαν και οι τρεις στο αυτοκίνητο, δεν πήρε απ' την ταραχή του σοφέρ εμπρός και αναγκάσθηκαν να προχωρήσουν με τα πόδια. Τους είδε τότε ο Ακίνδυνος, που γύριζε ολόγυρα σαν λύκος, τους καθησύχασε και τους έστειλε, τους δυο μ' ένα τραμ του Χιρς και τον άλλο με λεωφορείο σ' άλλη διεύθυνση...

Το αυτοκίνητο έμεινε στα χέρια της Αστυνομίας και έγινε αφορμή να ξετυλιχθή σαν κουβαρίστρα όλη η οργάνωση.

Ο Παπαγεωργίου είπε στην απολογία του ότι πήραν απόφαση να στείλουν τον Ελευθεριάδη γιο καλό και για κακό στο βουνό για να λείψει κάθε σύνδεσμος του αυτοκινήτου με την Ο.Π.Λ.Α. Δεν βιάσθηκαν όμως να την εκτελέσουν, ευτυχώς για την Θεσσαλονίκη. Ο «Αλέκος» πήγε ο ίδιος και στάθηκε πολλή ώρα μέσα σ' ένα αυτοκίνητο για να ριχθή χειροβομβίδα στην ταβέρνα «Βάκχος». Στο ζήτημα όμως της απομακρύνσεως του Ελευθεριάδη Κινήθηκε με γρηγοράδα χελώνας. Και το πλήρωσε πολύ ακριβά.

 

Καμία Πρόνοια για τα Στελέχη                                                    Αρχική Σελίδα

 

Free Web Hosting