ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟ
Γράφει, ο Σαράφης, πως ζήτησε συνάντηση με υπεύθυνο πρόσωπο. Παραλείπει να συμπληρώση όμως ότι την είχε την συνάντηση με το υπεύθυνο πρόσωπο. Και σ' αυτό το πρόσωπο, υπεύθυνα αρνήθηκε ο ίδιος να αναλάβη την διεύθυνση των πολεμικών επιχειρήσεων εναντίον των Άγγλων.
Τον Πέτρο Ρούσσο έστειλαν από την Αθήνα στον Σαράφη οι αρχηγοί του ΚΚΕ. Σιάντος και Iωαννίδης. Μέλος τότε του Πολιτικού Γραφείου, προ έτους γύρισε και αυτός με τους «επαναπατρισμένους».
Στην Λαμία ο Ρούσσος ανταμώνει πρώτα με τον Μήτρο Παπαγιάννη, κομματικό γραμματέα περιοχής Στερεάς, της ΚΟΠΣ, στα γραφεία της. Η ΚΟΠΣ έχει ασύρματο, που επικοινωνεί με το Πολιτικό Γραφείο, ενώ ο ασύρματος του Γενικού Στρατηγείου — διά τα προσχήματα — επικοινωνεί μόνο με τον Σκόμπυ (προς τα άνω) και με τις μεραρχίες του ΕΛΑΣ (προς τα κάτω).
Μερικά από τα τότε βασικά στελέχη του ΚΚΕ. Πέτρος Ρούσσος (αριστερά), Γιάννης Ιωαννίδης (μέσον) και Βασίλης Μπαρτζιώτας |
Μαζί με τον Παπαγιάννη κατευθύνεται στο γραφείο του Σαράφη. Τον αφήνει απ' έξω. Μιλούν οι δυο τους μια ολόκληρη ώρα. Αλλά ο έκτακτος κομματικός απεσταλμένος ακούει — κατάπληκτος — μια απόλυτη και κατηγορηματική άρνηση. Πού δεν μπορεί να την αντιληφθή και να την εξηγήση.
Αφού κατατόπισε ο Ρούσσος τον αρχηγό του κομμουνιστικού στρατού για την επαναστατική πολιτική κατάσταση, του διαβιβάζει και την κομματική εντολή: «Να παραλάβη αμέσως από το επιτελείο του, μια πρώτη ομάδα αξιωματικών πού του χρειάζεται, τους πιο απαραίτητους και να κινηθή ολοταχώς προς την Αθήνα. Χωρίς καθυστέρηση ουδέ δεκαλέπτου. Στην Λαμία θα μείνη ο καπετάνιος Βελουχιώτης με τους υπόλοιπους του επιτελείου, για να προωθούν — πάση δυνάμει και ταχύτητι — όλες τις μονάδες και όλα τα τμήματα του ΕΛΑΣ, προς την πρωτεύουσα.
Φθάνοντας ο Σαράφης με το επιτελικό κλιμάκιο στην Αθήνα, θα αναλάβη αμέσως την διοίκηση όλων των τμημάτων που βρίσκονται εκεί και την διεύθυνση των επιχειρήσεων. Εναντίον των ελληνικών δυνάμεων (Ρίμινι, Χωροφυλακής, Αστυνομίας. Ιερού Λόχου κλπ.), όπως και εναντίον των βρεταννικών δυνάμεων, εάν παρεμβληθούν μεταξύ των ελληνικών. Αυτά προβλέπονται. Αυτά πρέπει να γίνουν στις 3 και 4 Δεκεμβρίου».
Σε τούτο το τελευταίο σημείο, όμως ο κομματικός απεσταλμένος ακούει την αρνητική απάντηση του Σαράφη. Απόλυτα σωστή κατά την κοινή λογική και κατά τα στρατιωτικά δεδομένα. Ακατανόητη όμως κατά την κομμουνιστική λογική και νοοτροπία. Ο αρχηγός του ΕΛΑΣ δίνει την απάντηση στον έκπληκτο κομμουνιστή απεσταλμένο :
«Όταν με στείλατε στην Καζέρτα να υπογράψω συμφωνία με την κυβέρνηση και τους Άγγλους, δεν ήθελα εγώ να δεχθώ άμεση υπαγωγή μου σε Βρεταννό αρχιστράτηγο. Αλλά με πιέσατε — ο Ζέβγος και οι άλλοι — να δεχθώ και να υπογράψω. Και με κάνατε έτσι υφιστάμενο — άμεσα — του Σκόμπυ. Σ' αυτόν υπάγομαι άμεσα στρατιωτικά. Το ξέρεις ότι μου απαγορεύεται να απομακρυνθώ και λίγα χιλιόμετρα από την έδρα μου, χωρίς την άδεια του;…
Μου ζητάτε τώρα, χωρίς να έχω έρθει εγώ σε καμμιά άμεση διένεξη μαζί του, να στασιάσω εναντίον του ... Tι θα του απαντήσω αν με ρωτήση: Γιατί στασιάζεις Σαράφη; Κίνημα μου κάνεις πάλι; σαν το 1935; Τι θα του απαντήσω;
Αυτά δεν γίνονται. Δεν μπορώ να στασιάσω εγώ στα καλά καθούμενα. Χειρισθήτε το θέμα πολιτικά σεις, όπως το καταλαβαίνετε. Και ύστερα να απευθυνθήτε στον ΕΛΑΣ και στους αρχηγούς του».
Δεν μπόρεσε να τον μεταπείση ο Ρούσσος μιαν ολόκληρη ώρα. Ενώ ο άλλος αρχηγός, ο Βελουχιώτης άκουγε αμίλητος, δείχνοντας έτσι απόλυτη συμφωνία μαζί του.
ΠΑΡΑΜΕΡΙΣΜΟΣ
Αγανακτισμένος, αλλά και καταθορυβημένος Ο Ρούσσος, βγήκε από το γραφείο του Σαράφη, τραβώντας τον Παπαγιάννη γιά τα γραφεία της ΚΟΠΣ για τον ασύρματο της. Με την αγανάκτηση και την αμηχανία πού τον είχε κυριεύσει, εξήγησε στον κομματικό γραμματέα της Στερεάς τι συμβαίνει, γιατί αναστατώθηκε έτσι. Πώς είναι δυνατόν ένας κομμουνιστής — έστω και στρατηγός — να αραδιάζη τέτοια επιχειρήματα !
Ο Παπαγιάννης τον βοήθησε να συντάξουν στα γρήγορα ένα κρυπτογραφημένο σήμα προς το Πολιτικό Γραφείο, για την άρνηση, ρωτώντας και τι να κάνη. Σε μια ώρα — ίσως γιατί την περίμεναν την άρνηση — έρχεται η απάντησις. Αυτή πού την μνημονεύει και ο ίδιος ο Σαράφης:
«Με άλλο τηλεγράφημα την ίδια μέρα. μαθαίνουμε την ανασύσταση της Κεντρικής Επιτροπής του ΕΛΑΣ».
Δεν το περίμενε και έτσι. Φυσικά, του κοστίζει ο παραμερισμός και υποβιβασμός, αφού δεν έχει το θάρρος να αντιταχθή φανερά και με σθένος, στην σύγκρουση. Γι’ αυτό, όπως το είδαμε, στις 4 Δεκεμβρίου, κατευθύνεται μαζί με τον Βελουχιώτη προς την Αθήνα, να δώση εξηγήσεις, να αρθούν ίσως οι παρεξηγήσεις. Αλλά του έτυχε η συνάντησις με τους αφωπλισμένους αντάρτες του 2ου Συντάγματος, που τους ξεφορτώνουν οι Άγγλοι από ανατρεπόμενα αυτοκίνητα, στο Κακοσάλεσι.
Γύρισαν τότε, όπως το είπαμε, πίσω στην Λειβαδιά. συνεχίζοντας την οπισθοδρόμηση τους, ως την Λαμία. Και ακολουθούν τα χειρότερα, για την φήμη των δύο αρχηγών του ΕΛΑΣ, του στρατηγού και του αρχικαπετάνιου. Τους κατηγορούν τα πιστά και αφωσιωμένα στην κομματική ηγεσία στελέχη, ούτε λίγο ούτε πολύ, ακόμη και για δειλία: Φοβήθηκαν, δείλιασαν και φύγανε πίσω. στην πιο κρίσιμη στιγμή. Αίσχος. Ενώ αν φοβήθηκαν κάτι, αυτό ήταν το «δέος του άγνωστου», για το οποίον άλλοι είχαν τις άμεσες ευθύνες.