Αγαπητέ Κε Καρατάσο,
Αυτήν την στιγμήν ισχυραί βουλγαρικαί δυνάμεις με κτυπούν πανταχόθεν. Αν δεν θέλετε να μας ενισχύσετε, τουλάχιστον μη μου αποκόπτετε το δρομολόγιον συμπτύξεως προς Κρούσια. Δεν είναι έντιμον, Έλληνες από κοινού με Βουλγάρους να κτυπούν Έλληνας. Αυτή είναι η συμφιλίωσις πού θα κάμωμεν; Διέταξα τας δυνάμεις μου να συμπτυχθούν και αναμένω απάντησίν σας.
Καλή λευτεριά Κ. Μήτσου.
Υ.Γ. Από την μάχην του Βουρλάν, κρατώ 12 αιχμαλώτους σας, οι όποιοι θα είναι υπεύθυνοι διά την ζωήν του αποστελλομένου κήρυκος.
-------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
Πράγματι διέταξα τον Γαβριηλίδην να υποχώρηση αμέσως προς τας αρχικάς του θέσεις και να διευκολύνη τον Μπουρλήν όπως φθάση εις τον αρχηγόν του ΕΛΑΣ.
Ο Μπουρλής πράγματι έφθασεν εις τον αρχηγόν του ΕΛΑΣ και του ενεχείρησε την επιστολήν μου. Την ανέγνωσεν ο Καρατάσος, εγέλασε σαρκαστικά, φώναξε και άλλους βαθμοφόρους του και είπε : «Ελάτε συναγωνιστές να «θραύσωμεν» πλάκα με τις ελληνικούρες του Μήτσου».
Υπό τας συνθήκας αυτάς, αι εθνικαί ομάδες ευρέθησαν εγκλωβισμένοι. Διετάχθη ο ανθυπασπιστής Κουτσαμπέλας να ενεργήση πλευρικήν αντεπίθεσιν κατά των Βουλγάρων, εξεδηλώθη δε άλλη αντεπίθεσις κατά μέτωπον υπό των ομάδων Τζαμαλούκα, διά να δημιουργήσωμεν ρήγμα εις το βουλγαρικόν μέτωπον, ίνα δι' αυτού κατευθυνθώμεν πρός Θεοδοσία-Ριζιανά.
Με εξαιρετικήν ταχύτητα ό ανθυπασπιστής Χωροφυλακής Κουτσαμπέλας Χρήστος ευρέθη εις τα νώτα του σταθμού διοικήσεως του βουλγαρικού τάγματος. Ο επιλοχίας Δαμιανίδης Αντώνιος και ο χωροφύλαξ Αγγελάκης Έμμ. αψηφίσαντες κάθε κίνδυνον, ώρμησαν κατά του βουλγάρικου σταθμού διοικήσεως και εξ εγγυτάτης αποστάσεως εφόνευσαν δύο. Οι υπόλοιποι, είς ταγματάρχης, είς υπολοχαγός και 6 στρατιώται, ευρεθέντες εντός θανάσιμου κλοιού, παρεδόθησαν και εντός ολίγων λεπτών ωδηγήθησαν ενώπιον μου.
Οι Βούλγαροι αξιωματικοί, παρά τον πανικόν που τους κατείχε, δεν παρέλειψαν να εκφράσωσι τον θαυμασμόν των, διά τον αντάρτην χωροφύλακα Αγγελάκην, του οποίου η χλαίνη εις πολλά σημεία ήτο διάτρητος από τας εχθρικάς σφαίρας.
Εδήλωσα εις τον Βούλγαρον ταγματάρχην, ότι εντός ημισείας ώρας θα απέθνησκεν, αν δεν υπεχώρουν αι δυνάμεις του και τον διέταξα να δώση αμέσως διαταγήν.
Πράγματι, την ιδίαν στιγμήν Βούλγαρος αξιωματικός συνέταξε μίαν διαταγήν, η οποία δι' ενός των αιχμαλώτων στρατιωτών του απεστάλη προς αξιωματικόν του. Μετά ημισείαν ώραν περίπου, οι Βούλγαροι κατέπαυσαν τα πυρά και υπεχώρησαν προς Ξυλούπολιν.
Κατά την μάχην αυτήν οι Βούλγαροι είχον 7 νεκρούς, 8 αιχμαλώτους και πολλούς τραυματίας, έναντι 9 τραυματιών εκ των ημετέρων. Διά του δημιουργηθέντος κενού, αι εθνικαί ομάδες συνέχισαν την πορείαν των και την πρωΐαν τής 17-12-43 εστρατοπέδευσαν εις υψώματα Ριζιανών Κιλκίς.
18-12- 1943
Ισχυραί δυνάμεις του ΕΛΑΣ επετέθησαν κατά των προφυλακών μας εις Ριζιανά, επιχειρήσασαι την κατάληψιν δεσποζόντων τής περιοχής υψωμάτων. Μετά τρίωρον μάχην ηναγκάσθησαν να υποχωρήσωσι προς την κορυφογραμμήν Κρουσίων με απωλείας.
25-12-1943
Από την γενομένην έρευναν, διεπιστώθη ότι ο μέσος όρος φυσιγγίων μεταξύ των ανδρών ανέρχεται εις 15-30. Χειροβομβίδες μόνον 8. Τα οπλοπολυβόλα από 200-300 φυσίγγια. Τα μικρά αυτόματα επίσης. Μόνον εν βαρύ πολυβόλον μας έχει περί τα 1100 φυσίγγια. Αι ομάδες μας εγκατεστάθησαν σταθερώς εις οχυράς θέσεις. Πλην ολίγων αξιωματικών, ουδείς άλλος γνωρίζει την κατάστασιν από πλευράς πυρομαχικών. Όλοι οι άνδρες είναι αισιόδοξοι, ατενίζουν μίαν καλυτέραν αύριον. Έχουν την συναίσθησιν του αήττητου. Όλοι εορτάζουν την γέννησιν του Θεανθρώπου, ενώ ημείς με τον υπομοίραρχον Τζαμαλούκαν, συνεχώς συσκεπτόμεθα. Λύσις του προβλήματος δεν υπάρχει. Μοναδική μας ελπίς απομένει αι πιθαναί ρίψεις των Συμμάχων.
Εν τω μεταξύ καθημερινώς πληροφορούμεθα περί νέων συγκεντρώσεων του ΕΛΑΣ διά μετακινήσεως μονάδων του εκ διαφόρων περιφερειών Κεντρικής και Δυτικής Μακεδονίας. Διά προσπάθειαν ματαιώσεως της προετοιμασίας του εχθρού ούτε σκέψις. Τα πυρομαχικά μας αρκούν μόνον «διά να αποθάνωμεν εντίμως εις τα χαρακώματα», κατά την έκφρασιν του Τζαμαλούκα.
Μερική άποψη του χωριού Τριάδα Σερρών και στο βάθος τα βουνά Κρούσια. Την 9-1-1944 έλαβε χώρα μεγάλη μάχη μεταξύ εθνικών αντάρτικων ομάδων από τους τότε υπομοιράρχους Κ. Μήτσου και Αίαντα Τζαμαλούκα αφ’ ενός και του ΕΛΑΣ αφ’ ετέρου. Κατά την μάχη σκοτώθηκαν 300 ελασίτες και 250 των εθνικών αντάρτικων ομάδων. |
|
Το χωριό σήμερα |
9-1 - 1944
Τας πρώτας πρωινάς ώρας τής 9-1-44, 2.000 μόνιμοι αντάρται του ΕΛΑΣ και 400-500 εφεδρικοί του επετέθησαν κατά των θέσεων μας επί μετώπου 15 χιλιομέτρων, καλυπτομένου δι' 800 περίπου ανταρτών μας, μεταξύ των οποίων και τίνες εφεδρικοί, επίλεκτοι.
Πρώτος αντικειμενικός σκοπός του εχθρού είναι η κατάληψις του χειμάρρου διά την διχοτόμησιν του μετώπου μας.
Αι εθνικαί ομάδες ευρίσκοντο εις τας θέσεις των και εις τινα σημεία του μετώπου, εκ της πρώτης ώρας της επιθέσεως, ήρχισεν αγών σώματος προς σώμα εντός των χαρακωμάτων μας. Οι ελασίται πολεμούν με ασυνήθη τόλμην, αλλά και οι αντάρται μας με απόλυτον ψυχραιμίαν αντιμετωπίζουν αλλεπάλληλα κύματα επιθέσεων, με αραιά μεν, εύστοχα όμως πυρά.
Προ τής 8ης ώρας, προ των χαρακωμάτων των αμυνομένων υπάρχουν δεκάδες νεκρών, οι κομμουνισταί όμως δεν πτοούνται. Εξακολουθούν να επιτίθενται, αδιαφορούντες διά τας απωλείας των.
Περί την 9ην ώραν, ο αγών ήτο κρίσιμος. Την πλάστιγγα έκλινεν υπέρ ημών το μοναδικόν μας βαρύ πολυβόλον, το όποιον λόγω της παγωνιάς μέχρι της ώρας αυτής δεν ελειτούργησεν. Οι ανθυπασπιστής Κουτσαμπέλας και ενωμοτάρχης Κουκουβής, μετά σκληράν πάλην, ανακατέλαβον απολεσθέν ύψωμα και εγκατέστησαν έπ' αυτού το βαρύ πολυβόλον με χειριστήν τον λοχίαν Κοσμίδην. Τα πυρά υπήρξαν εύστοχα και ο εχθρός εκαμεν ελαφράν σύμπτυξιν. Μετά προπαρασκευήν κολάσεως πυρός βαρέων όλμων και άλλων όπλων, επανέλαβε την επίθεσίν του, είχεν όμως την ιδίαν τύχην. Από τής στιγμής αυτής οι εθναντάρται ανέλαβον πρωτοβουλίαν κινήσεων. Επίθεσίς μας διά των ομάδων Ποταμοπούλου, Γιαχμά, Παπούλια, Πετρίδου επέτυχεν εις το δεξιόν της εχθρικής παρατάξεως με αιχμαλωσίαν 70 ελασιτών και λαφυραγώγησιν 50 μεταγωγικών του. Αι ομάδες αύται, με διαφόρους ελιγμούς κατέλαβον θέσεις απειλούσας τα νώτα του εχθρού και ανεκούφισαν την κεντρικήν γραμμήν μας. Κατά τον ίδιον τρόπον οι Σαρηγιαννίδης, Ραφτόπουλος, Αποστολίδης, Ιωακειμίδης, αντεπιτεθέντες εις το αριστερόν, υπεχρέωσαν τον εχθρόν να συμπτυχθή. Οι Γαβριηλίδης Μπαντουβάκης και άλλοι ομαδάρχαι επέτυχον την δημιουργίαν θύλακος εις το κέντρον του εχθρού, τον έπληξαν θανάσιμα εκ των νώτων και ενέσπειραν πανικόν και σύγχυσιν. Περί την 16ην ώραν, εγένετο γενική αντεπίθεσις εφ' ολοκλήρου του μετώπου, ήτις και επέτυχεν απολύτως, αρχίσαντος του εχθρού να υποχωρή ατάκτως. Εις αυτήν την γενικήν σύγχυσιν του εχθρού, παντού οι άνδρες μας εισεχώρησαν και εις τα νώτα του.
Επηκολούθησε μία πραγματική τραγωδία των επιτεθέντων. Αι χαράδραι εγέμισαν από πτώματα και παντοειδή υλικά. Κατεδιώχθησαν μέχρι τής κορυφογραμμής των Κρουσίων, όπου και εκαλύφθησαν από το επελθόν σκότος και τα δραστικά πυρά εφεδρικής των δυνάμεως.
Αυτό ήτο το τέλος της τελευταίας προσπάθειας του ΕΛΑΣ, όπως μας διαλύση. Ατυχώς υπήρξαμεν ηττημένοι νικηταί. Τα πυρομαχικά μας, παρά την τηρηθείσαν φειδώ εξηντλήθησαν τελείως, φθάσαντα εις τα 5-6 φυσίγγια κατ' άνδρα.
Μετά την μάχην της 9-1-44 επληροφορήθησαν όλοι οι άνδρες την εξάντλησιν των πυρομαχικών μας και κάθε ήμερα ανταρτικής ζωής ήτο χειρότερα τής προηγουμένης.
Η ΠΑΟ μας επληροφόρησεν ότι το Συμμαχικόν Στρατηγείον, διά λόγους τεχνικούς(!) και πάλιν δεν επρόκειτο να μας εφοδιάση διά πυρομαχικών.
Απεφασίσαμε την αυτοδιάλυσίν μας, γενομένην την 24 Ιανουαρίου 1944. Ωμίλησα προφορικώς προς τούς άνδρας και διά του Α' υπαρχηγού μου, υπολοχαγού Θωμαΐδου απηύθυνα εγγράφως την ακόλουθον ημερησίαν διαταγήν:
Συμπολεμισταί μου, «Πολλοί από σας αγωνίζονται από διετίας και πλέον και όλοι σας από την 4ην Ιουλίου 1943 εναντίον των κατακτητών τής Πατρίδος μας. Οι Γερμανοί και οι Βούλγαροι από του 1941 πατούν στο χώμα της αιματοβαμμένης Μακεδονίας μας, σφάζουν, ατιμάζουν, ρημάζουν, καίουν, γέμισαν τον τόπο μας με αίμα και καταστροφήν και όλεθρον. Εκ των πρώτων σεις υψώσατε υπερήφανο το ανάστημα σας και δείξατε στον κατακτητή, ότι η Ελλάς δεν είναι χώρα πού μπορεί να μείνη σκλάβα. Στο Μπέλες, στην Γευγελή, στα Στεφάνια, στον Λαγκαδά, στο Λευκοχώρι, στις Μουριές, στη Δοϊράνη, στον Πρόβατα, και σε τόσους άλλους τόπους τα ντουφέκια σας σκόρπισαν θάνατο στον εχθρό πού κατάλαβε πλέον ότι η ώρα της τελειωτικής καταστροφής του δεν είναι μακρυά. Είμαι βέβαιος εγώ, και ασφαλώς το πιστεύετε όλοι σας, ότι από της καταρρεύσεως της Ιταλίας, τουλάχιστον η Μακεδονία μας θα απελευθερούτο από τούς κατακτητάς. Ο τόπος μας όμως, που γέννησε τόσους και τόσους πατριώτας, είχε την ατυχία να γέννηση και προδότας. Εγέννησε τους βουλγαρόδουλους κομμουνιστάς, τους εφιάλτας του ΕΛΑΣ. Δυστυχώς οι Σύμμαχοι μας δεν αντελήφθησαν ακόμη το άτιμο παιγνίδι τους, πιστεύω όμως ακράδαντα ότι γρήγορα θα καταλάβουν την πλάνη τους και η Πατρίδα μας μέσα εις την συμμαχικήν οικογένειαν θα καταλάβη την θέσιν που της ανήκει. Μην απογοητευθήτε. Οι κομμουνισταί δεν αποτελούν παρά το 1/100 των Ελλήνων και βασίζονται στο ψεύδος, στην άπατη. Ποιος είναι ο ΕΛΑΣ τον γνωρίσατε στις μάχες που δώσατε εναντίον του στα Πηγαδούλια, στο Βουρλάν, στην Ανατολή, στην Ηράκλεια, στην Τέρπυλλο, στην Κριθιά, στην Χαλκιδική, στα Ριζιανά, στην Τριάδα και σε τόσα άλλα μέρη. Να είσθε όλοι υπερήφανοι γιατί μέχρι σήμερα, λίγοι ή πολλοί βρεθήκαμε, ισχυρός ή αδύνατος ήταν ο εχθρός, ποτέ ούτος δεν είδε την πλάτη μας. Διά το συμφέρον τής Πατρίδος μας, μέχρι σήμερον σας είπα ένα ψέμα. Δεν σας είπα ποτέ ότι τα πυρομαχικά μας δεν ήταν όσα χρειάζονταν. Να μου το συγχωρήσητε αυτό αν είναι λάθος μου. Όταν ξεκίνησα μαζί σας δεν φαντάστηκα ποτέ ότι κάθε βδομάδα θα είχαμε και από μίαν επίθεσίν των προδοτών του ΕΛΑΣ, ούτε επίστευα ότι οι μεγάλοι μας Σύμμαχοι θα εύρισκαν τόσον μεγάλας δυσκολίας εις τον εφοδιασμόν μας διά φυσιγγίων. Δεν γνωρίζω ποιος φταίει δι' αυτό, ούτε μπορώ να σάς πω περισσότερα, όσοι από σας θέλετε σήμερα υπεύθυνον, ας θεωρήσουν ως αμαρτωλόν εμέ. Απολογούμενος τώρα σας λέγω μόνον ότι η Ελλάς γρήγορα θα αναστηθή, θα σας καλέση,μάρτυρας και θα καταδικάση ανέκλητα όσους μπήκαν εμπόδια στον τίμιο αγώνα μας. Σας ανακοινώνω σήμερα, Ότι έπειτα από την μεγαλειώδη νίκη μας τής 9.1.44 μείναμε εντελώς χωρίς φυσίγγια. Οι ελασίται, βοηθούμενοι κατά τον γνωστόν τρόπον από τούς Βουλγάρους γρήγορα θα ανασυγκροτηθούν, θα επιχειρήσουν ασφαλώς εκ νέου την διάλυσίν μας, και δεν πρέπει να μάς βρουν χωρίς όπλα. Θα αυτοδιαλυθώμεν και θα παραμείνωμεν τουλάχιστον ηττημένοι νικηταί. Δεν εγκαταλείπομεν οριστικά τον αγώνα. Ο καθένας από σας ας φιλήση το ντουφέκι του, ας ορκισθή επάνω σ' αυτό ότι δεν θα το ξεχάση και ας το κρύψη. Σύντομα θα βρούμε πυρομαχικά. Προσωπικώς εγώ με 70 συμπολεμιστάς, απεφάσισα και ελπίζω να φθάσω εις τον στρατηγόν Ζέρβαν, θα επιζητήσω σε μάχη να δουν οι Άγγλοι που είναι εκεί πώς πολεμούν οι Μακεδόνες και πιστεύω ότι συντομώτατα θα μας δώσουν πυρομαχικά, θα ξανασμίξωμε στα λημέρια μας. Εφρόντισα ώστε ο καθένας από σας με ένα ψευδώνυμο να προσληφθή σε μιάν εργασία μέσα στην Θεσσαλονίκη, ώστε να μη μείνετε στους δρόμους. Ημείς πού τόσα και τόσα δώσαμε για την Πατρίδα, προς τιμήν μας θα είναι, προς χάριν αυτής και πάλιν να κάμωμεν και τον θυρωρόν και τον σωματοφύλακα και τον νοσοκόμον και ότι άλλο ακόμη θα χρειασθή για να περάσωμε την κρίσιμη αυτή στιγμή. Πιστεύσατε εις την τελικήν νίκην, πιστεύσατε ότι μίαν ήμεραν θα δημοσιευθούν οι αγώνες σας, πιστεύσατε ότι στα παιδιά σας δημιουργήσατε την καλυτέραν κληρονομιάν που μπορεί να αφήση πατέρας, πιστεύσατε ότι η αγάπη μου για σας δεν θα εξαντληθή ποτέ, πιστεύσατε ότι η Ελλάς δεν είναι κακός οφειλέτης. Πιστεύσατε ότι θα σάς πλήρωση με το πολυτιμώτερο νόμισμα που θα βρεθή, όταν σπάσουν τα δεσμά της».
Σ.Δ.Α. 21-1-1944 Ο Αρχηγός Κ. ΜΗΤΣΟΥ
|